μανθανόντων

μανθανόντων
μανθάνω
learn
pres part act masc/neut gen pl
μανθάνω
learn
pres imperat act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συνουσία — η, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξυνουσία, και ιων. τ. συνουσίη, Α 1. (για πρόσ.) η σαρκική επαφή αρσενικού και θηλυκού, γενετήσια πράξη (α. «φυσιολογική συνουσία» β. «εἰμὶ καθαρὰ καὶ ἁγνὴ ἀπ ἀνδρὸς συνουσίας», Δημοσθ.) 2. (για ζώα) οχεία, βάτεμα, ζευγάρωμα… …   Dictionary of Greek

  • Γεωργίου ή Γεωργιάδης, Μιχαήλ — (18ος αι.). Λόγιος από τα Αμπελάκια της Θεσσαλίας. Σπούδασε στην ονομαστή σχολή της γενέτειράς του, όπου και δίδαξε για ορισμένο διάστημα. Αργότερα εγκαταστάθηκε στη Βιέννη, όπου ασχολήθηκε με τη συγγραφή και την έκδοση δύο έργων του: Αποθήκη των …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”